Ούτε να βολεύεσαι στη σιωπή, ούτε να τη φοβάσαι. Παίξε μαζί της!

Έλα να παίξουμε ένα παιχνίδι, σου ψιθυρίζω. Ένα παιχνίδι από τα παλιά, εκείνα τα παιδικά.

Ένα παιχνίδι αθώο, με κανόνες απλούς και κατανοητούς. Ένα παιχνίδι που δεν θα χρειάζεται καμία ηλεκτρονική συσκευή.

Δεν το λένε playstation, wii, Nintendo και δεν ξέρω και γω τι άλλο.

 «Θες να παίξουμε κρυφτό;» μου λες.

Advertisement

Όχι, σου απαντάω. Παίζουμε κρυφτό όλη τη ζωή μας και είδες τα αποτελέσματα; Ολέθρια. Επιλέξαμε τους πιο λάθος συμμάχους, τους ακόμη πιο λάθος συμβούλους και παίξαμε κρυφτό. Κι αυτά τα παιχνίδια μάτια μου, έχουν έναν κανόνα άγραφο. Κρυφό, αλλά πολύ σημαντικό.

Μην παίζεις παιχνίδια παιδικά, σαν ενήλικας. Αν το κάνεις, έχεις χάσει από την αρχή.

Κι αυτό το κρυφτό, άθλια το παίζαμε κι οι δυο.

Advertisement

«Κυνηγητό; Αμπάριζα;» συνεχίζεις και με ρωτάς.

«Μπααα….» σου απαντάω.

Χρόνια τώρα παίζουμε ένα ιδιότυπο κυνηγητό με τους εαυτούς μας, τις σκιές μας και τα φαντάσματά μας. Κυνηγάμε στοιχειωμένα όνειρα και δράκους. Προσπαθούμε να ξεχάσουμε ή να προσποιηθούμε πως  δεν ζήσαμε.

Αρχίζεις και θυμώνεις, το νιώθω.

«Ωραία, τι θες να παίξουμε;».

«Θυμάσαι το παιχνίδι της σιωπής;», σε ρωτάω. «Εκείνο το παιχνίδι που δεν πρέπει να μιλήσεις στον άλλο. Μόνο να τον κοιτάς συνέχεια στα μάτια, χωρίς να μιλήσεις. Χωρίς να βγάλεις άχνα. Δεν πρέπει να μιλήσεις, δεν πρέπει να γελάσεις, δεν πρέπει να κάνεις τίποτα. Και στο τέλος κερδίζει εκείνος που θα αντέξει περισσότερο».

Με κοιτάς με βλέμμα σκοτεινό. Φοβάσαι τη σιωπή και το ξέρω.

«Γιατί αυτό;».

«Γιατί είναι ένα παιχνίδι παιδικό. Που ζητάει παιδική αθωότητα, παιδικό πείσμα και…».

Γιατί είναι ένα παιχνίδι που σε προκαλεί να μη φορέσεις μάσκα. Δεν θα πεις λέξεις για να παρασύρεις  την πραγματικότητα στο μονοπάτι που θες. Δεν θα γελάσεις για να καλύψεις με την ένταση το λυγμό μέσα σου. Γιατί μέσα στη σιωπή δεν θα βρεις σωσίβιο να κρατηθείς. Θα πρέπει να κολυμπήσεις μέσα στα μάτια του άλλου.

Να ψάξεις να βρεις όλα εκείνα που κάποτε σε έκαναν να γελάσεις. Όλα εκείνα που σήμερα θες, απαιτείς. Όλα εκείνα που σε θυμώνουν, που σε πληγώνουν, που αγαπάς και που μισείς.

Και στο τέλος, στο απόλυτο τέλος αυτού του παιχνιδιού, θες δεν θες, θα ξέρεις την αλήθεια. Την αμακιγιάριστη αλήθεια.

Γιατί στο τέλος, επικρατεί το πιο δυνατό συναίσθημα.

«Και τότε; Τι γίνεται τότε;».

«Όταν ήμασταν παιδιά, τελείωνε πάντα με γέλιο. Με εκείνο το γελοία βροντερό, απόλυτα αληθινό  γέλιο. Εκείνο το παιδιάστικο, υστερικό μέχρι δακρύων, γέλιο».

«Και τώρα;».

Σωπαίνω. Δεν έχω απάντηση. Την απάντηση την ξέρει μόνο η ψυχή.

Μπορεί να τελειώσει με γέλια. Μπορεί να τελειώσει με δάκρυα.

Μπορεί να τελειώσει και με σιωπή, που  θα την ταράξει μόνο μια πόρτα που κλείνει.

Μπορεί να μην τελειώσει και ποτέ.

«Πώς γίνεται να μην τελειώσει ποτέ;».

«Η αλήθεια και η σιωπή, πολλές φορές είναι βολικές».

Μπορεί κάλλιστα να βολευτεί ο καθένας στη σιωπή του.

Να ξεχάσει πως όλα ξεκίνησαν απλά, όπως ένα παιχνίδι. Έτσι όπως κάποτε ξεκινάει ο έρωτας.

Έτσι σαν παιχνίδι όπως είναι και η ίδια η ζωή. Ένα  παιχνίδι που μπορεί να το κερδίσεις, να το χάσεις, να πονέσεις, να σπάσεις κάθε πιθανό κόκαλό σου,  ακόμα και την καρδιά σου, καμιά φορά.

Αν έχεις διαλέξει όμως καλό σύμμαχό στο παιχνίδι σου, αν έχεις διαλέξει προσεκτικά τον «συνένοχο στο έγκλημα», ξέρεις πως θα σε φροντίσει.

Θα σου καθαρίσει τις πληγές, θα σε κρατήσει να σηκωθείς κι ας κουτσαίνεις.

Θα προσποιηθεί πως κουράστηκε κι εκείνος και θα σε περιμένει να κάνετε τα βήματα μαζί.

Θα περιμένει…

Μέχρι να δυναμώσεις. Μέχρι να σταθείς στα πόδια σου για να μπορείς να ξανατρέξεις.

«Κι αν ο σύμμαχος δεν είναι καλός;».

«Τότε, ένα πρωί, θα ξυπνήσεις και το παιχνίδι θα έχει τελειώσει. Χωρίς νικητή. Χωρίς χαμένο. Χωρίς  αίσθηση ικανοποίησης ή επινίκια. Χωρίς ζωή. Χωρίς λόγια».

«Και πώς μπορείς να ξέρεις αν ο σύμμαχος που διάλεξες είναι καλός ή κακός;».

Τώρα πια δεν σου χαμογελάω.

Τώρα πια, σου λέω τις τελευταίες λέξεις πριν ξεκινήσει το παιχνίδι της σιωπής.

«Το ξέρεις όταν δίνεις λόγους, αιτίες, αφορμές να φύγει κι εκείνος μένει. Όταν επιλέγει να γίνει, όχι  σύμμαχος στη χαρά, αλλά στο σκοτάδι σου. Όταν είναι δίπλα σου χωρίς στρατηγική. Χωρίς δεύτερα  πλάνα. Χωρίς δεύτερες σκέψεις. Κι επειδή δεν μπορείς ποτέ να το ξέρεις μέχρι να σταθείς απέναντί  του και να παίξεις το παιχνίδι της σιωπής, να είσαι έτοιμος για όλα».

Σώπασε τώρα…Σώπασε και κλείσε τα μάτια.

Όταν τα ανοίξεις, θα έχεις θυμηθεί όλους τους λόγους για να γελάσεις, όλες τις στιγμές που άξιζαν να κλάψεις, όλες τις αφορμές για να ξεχάσεις και πάνω από όλα, θα ξέρεις αν απέναντι από τα μάτια σου θα είμαι εγώ ή η σκιά μου, που θα φεύγει.

Γράφει η Σοφία Παπαηλιάδου.

Πηγή : anapnoes

ΠΗΓΗ:www.fumara.gr

Related Posts